Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 2010

ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ



Ἐφέτος κλείνουν 560 έτη άπό τήν κοίμησιν τοῦ εν άγίοις πατρός ήμῶν καί όμολογητοῦ Μάρκου αρχιεπισκόπου Εφέσ ου τοῦ Εύγενικοῦ.
Ό άγιος Μάρκος (κατά κόσμον Εμμανουήλ), έγεννήθη άπό εὐσεβείς γονείς τό 1392 εἰς τήν βασιλίδα τῶν πόλεων, τήν Κωνσταντινούπολιν. Ὁ πατέρας του ώνομάζετο Γεώργιος καί ήτο ἀρχιδικαστής, σακελλίων καί διάκονος τῆς Μεγάλης Εκκλησίας, ή μητέρα του ώνομάζετο Μαρία καί ήτο θυγατέρα τοῦ ευσεβούς ἰατροῦ Λουκά.
Αμφότεροι οί γονείς προσεπάθησαν καί επέτυχαν νά αναθρέ ψουν τόν μικρόν Εμμανουήλ έν παιδεία καί νουθεσία Κυρίου.Ἀλλά ό θάνατος τοῦ πατρός του άφησεν αὐτόν καί τόν μικρότερόν του ἀδελφόν Ίωάννην ὀρφανούς εἰς νεαράν ήλικίαν.
Τά πρώτα γράμματα ό ἀγιος μας τά ἐδιδάχθη άπό τόν πατέρα του Γεώργιον, ὁ ὁποῖος είχε μίαν ὀνομαστήν ἰδιωτικήν σχολήν. Μετά τόν θάνατον τοῦ πατρός του ή μητέρα του τόν ἒστειλε νά μαθητεύση εἰς τούς πλέον φημισμένους διδασκάλους τῆς ἐποχῆς του, τόν Ἰωάν-νην Χορτασμένον (κατόπιν Ἰγνάτιον Μητροπολίτην Σηλυμβρίας) καί τόν μαθηματικόν καί φιλόσοφον Γεώργιον Γεμιστόν Πλήθωνα. Μεταξύ τῶν συμμαθητῶν του ήτο καί ό μετ' ἔπειτα ἄσπονδος ἐχθρός του Βησσαρίων ὁ καρδινάλιος.
Όταν ὁ νεαρός Εμμανουήλ ἐτελείωσε τάς σπουδάς του, ανέλαβε τήν διεὐθυνσιν τῆς πατρικῆς σχολῆς καί εἰς σὐντομον χρονικόν διάστημα άνεγνωρίσθη ως ε'νας άπό τούς πλέον λαμπρούς διδασκάλους τῆς ψυχορραγούσης πόλεως. Μεταξύ τῶν μαθητών του, πού διέπρεψαν άργότερον, ήσαν ὁ Γεώργιος Γεννάδιος Σχολάριος, ὁ πρώτος μετά τήν πτώσιν τῆς Πόλεως Πατριάρχης-, ὁ Θεόδωρος Άγαλλιανός, ὁ Θεοφάνης Μητροπολίτης Μήδειας καί ὁ αδελφός του Ιωάννης ὁ Ευγενικός.
Άλλα ὁ θεῖος ἔρως δέν άφησε τόν Εμμανουήλ νά παρασυρθῆ ἀ-πό τήν γεμάτην υποσχέσεις λαμπράν καριέραν τοΰ διδασκάλου, οΰτε αί λίαν φιλικαί σχέσεις του με τόν αυτοκράτορα τόν εμπόδισαν νά άπαρνηθῆ τόν κόσμον καί νά καταφυγή εἰς τήν νῆσον τών Πριγκηποννήσων Άντιγόνην, πλησίον τοΰ φημισμένου άσκητοϋ Συμεώνος. Ἐκεῖ ἔμεινεν αγωνιζόμενος πνευματικώς ἐπί δύο ἔτη καί μετά, κατόπιν τών τουρκικών επιδρομών εἰς τάς νήσους, ήλθε μέ τόν γέροντα του εἰς τήν περίφημον τότε Μονήν τοΰ Αγίου Γεωργίου τών Μαγγάνων, εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν.
Ό μοναχός Μάρκος ἐσυνέχισε καί εἰς τήν νέαν μετάνοιάν του τήν σκληράν άσκητικήν ζωήν. Εἰς τήν μονήν τών Μαγγάνων, ὁ άγιος Μάρκος συνέθεσε σχεδόν τά περισσότερα άπό τά 100 ἔργα του πού ἔχουν διασωθῆ μέχρι σήμερον. Ιδιαιτέρως σημαντικά είναι τά ἔργα πού ἔγραψεν εναντίον τών λατινοφίλων αντιπάλων τοΰ αγίου Γρηγορίου τοΰ Παλαμά, τόν ὁποῖον ἐσέβετο πολύ καί τόν είχε ώς πρότυπόν του. Εἰς τήν Μονήν αὐτήν ὁ Μάρκος ἔλαβε καί τό χρῖσμα τῆς ἰερωσύνης, κατόπιν πιέσεως, διότι ὁ ϊδιος ἐθεωροΰσε τόν εαυτόν του άνάξιον διά τέτοιον ὐψηλόν λειτούργημα. Σύντομα δέ απέκτησε καί φήμη ν καλοΰ πνευματικού, δι' αὐτό πολλοί κληρικοί καί λαϊκοί ἔγραφον εἰς τόν άγιον ζητώντες τήν γνώμην του ἐπί διαφόρων ζητημάτων.
Τό 1436 καί ἐνῶ ακόμη ήτο ιερομόναχος ὁ Πατριάρχης Αλεξανδρείας τόν διορίζει ως ἀντιπρόσωπόν του εἰς τήν συγκληθεῖσαν σύνοδον διά ἔνωσιν τῶν ἐκκλησιῶν. Τό ϊδιον ἔτος ὁ αυτοκράτωρ Ιωάννης ὁ Παλαιολόγος τόν αναγκάζει νά δεχθῆ τόν Μητροπολιτικόν θρόνον τῆς Εφέσου πού είχε χηρεύσει ἐκεῖνον τόν καιρόν.
Ό αυτοκράτωρ δείχνει τήν μεγάλην ἐκτίμησιν πού ἔτρεφεν εἰς τόν άγιον Μάρκον διορίζοντας τον γενικόν ἔξαρχον τῆς συνόδου. Ούτως ὁ άγιος ήναγκάσθη νά άκολουθήση τόν Πατριάρχην καί τήν λοιπήν άντιπροσωπείαν εἰς τήν Ἰταλίαν.
Ό άγιος Μάρκος έπῆγεν εἰς τήν σύνοδον μέ τάς καλυτέρας προθέσεις καί ἔδειξε τήν διαλλακτικότητα του μέ τόν λόγον πού συνέθεσε διά τόν πάπαν, προτού ακόμη αρχίσουν αἰ ἐργασίαι τῆς συνόδου εἰς τήν Φερράραν. Μερικοί μάλιστα Ὁρθόδοξοι αντιπρόσωποι παρεξήγησαν τόν Μάρκον διά τήν διαλλακτικότητα τοΰ ύφους του εἰς τόν διάλογον μέ τόν καρδινάλιον Κεσσαρίνι, καί άπήτησαν ὁπως εἰς τό ἐξῆς ὁμιλῆ ὁ Βησσαρίων, Μητροπολίτης Νικαίας.
Τό πρώτον θέμα τών συζητήσεων ήτο τό καθαρτήριον πΰρ. Τοΰ Βησσαρίωνος άδυνατοΰντος λόγω άνεπαρκοΰς θεολογικής καταρτίσεως νά ὁμιλήση, ώμίλησε διά τούς Ὁρθοδόξους ὁ άγιος Μάρκος, ἐκφωνήσας ἐπί τοΰ θέματος τέσσαρες αντιρρητικούς λόγους.
Αι κρυστάλλινοι ορθόδοξοι απόψεις, ως ἐπαρουσιάσθησαν άπό τόν άγιόν μας, ἐνεθουσίασαν τόν αυτοκράτορα, ὁ ὁποῖος προσέβλεπεν εἰς τόν Μάρκον ῶς τόν μόνον Ὁρθόδοξον θεολόγον πού ήδύνα-το νά άπαντα ευχερώς εἰς τούς λόγους τών παπικών. Άλλα ὁ περί τά θεῖα άσχετος βυζαντινός αυτοκράτωρ ήλπιζεν ὁτι αἰ ορθόδοξοι απόψεις θά ἐπεκράτουν, μή γνωρίζων ὁτι οί παπικοί θά επέμεναν αμετακίνητοι εἰς τάς πλάνας των. Δι' αυτόν τόν λόγον, ὁταν είδεν ὁτι ή παράλογος επιμονή τών λατίνων θά ἐναυαγοΰσε τόν πολιτικόν του σκοπόν ήτοι τήν ἔνωσιν τών δύο εκκλησιών καί τήν ἐξ αύτῆς άναμενομένην παπικήν βοήθειαν δι' άντιμετώπισιν τών Τούρκων ῆρχισε νά πιέζη τούς Ὁρθοδόξους νά ακολουθήσουν μίαν ήπιωτέραν ή καλύτερον ἐνδοτικήν γραμμήν.
Οί λατῖνοι ήρχισαν νά εφαρμόζουν τήν γνωστήν τακτικήν τῶν ψιθύρων, ψευδών καί ἐκβιασμῶν, καί ούτω κατ' ἐκείνην τήν ἐποχήν διένειμαν εἰς τήν Φερράραν εκατοντάδας φυλλαδίων, τά ὁποῖα περιεῖχον 54 αἰρετικάς δοξασίας τῶν Ὁρθοδόξων!!! Βλέποντες τήν κατάστασιν νά χειροτερεύη...
Οί λατῖνοι ήρχισαν νά εφαρμόζουν τήν γνωστήν τακτικήν τῶν ψιθύρων, ψευδών καί ἐκβιασμῶν, καί ούτω κατ' ἐκείνην τήν ἐποχήν διένειμαν εἰς τήν Φερράραν εκατοντάδας φυλλαδίων, τά ὁποῖα περιεῖχον 54 αἰρετικάς δοξασίας τῶν Ὁρθοδόξων!!! Βλέποντες τήν κατάστασιν νά χειροτερεύη εἰς βάρος τῶν Ὁρθοδόξων, δύο ἐκ τῶν εγκρίτων μελῶν τῆς Βυζαντινής αντιπροσωπείας, ὁ Μητροπολίτης Ηράκλειας Αντώνιος, πρῶτος τῆ τάξει Μητροπολίτης τοϋ Οικουμενικού θρόνου καί ὁ ἀδελφός τοΰ Μάρκου Ἰωάννης, προσεπάθησαν νά αποδράσουν ἀπό τήν Φερράραν, άλλά ήμποδίσθησαν ἀπό τόν αυτοκράτορα. Καί επειδή ὁ Ιωάννης συνοδευόταν μέχρι τόν λιμένα ἀπό τόν ἀδελφόν του, ὁ αυτοκράτωρ καί ὁ Πατριάρχης φοβούμενοι τυχόν ἄλλας ἀποπείρας άποδράσεως ἐν συνεννοήσει μετά τῶν παπικών μετεκίνησαν τάς εργασίας τῆς συνόδου άπό τήν Φερράραν, πού ήτο πλησίον τῆς θαλάσσης, εἰς τήν Φλωρεντίαν.
Ὁταν δέ ἐπανήρχισαν αἰ ἐργασίαι τῆς συνόδου ὁ Εφέσου ήτο ὁ κύριος ομιλητής τών Ὁρθοδόξων. Αι σαφείς ὁμως απαντήσεις του καί αἰ άνατροπαί τών λατινικών κακοδοξιών προεκάλεσαν τό μένος τών λατινοφρόνων Ὁρθοδόξων, οἰ όποιοι μέ τήν σιωπή ράν συγκατάθεσιν καί άνοχήν τοΰ αὐτοκράτορος προσεπάθησαν νά διαβάλουν τόν ἄγιον Μάρκον, κυκλοφορούντες μάλιστα καί τήν εϊδησιν ὁτι ὁ Εφέσου εΐχε τρελλαθῆ. Εἰς μίαν δέ συνεδρίασιν τῆς Ὁρθοδόξου αντιπροσωπείας, όταν ὁ Μητροπολίτης Ἐφέσου απεκάλεσε τοὐς παπικούς «αιρετικούς» οἰ Μητροπολίται Λακεδαίμονος και Μυτιλήνης ύβρισαν τόν ἄγιον καί προσεπάθησαν νά τόν κτυπήσουν.
Διαπιστώνων ὁ άγιος ὁτι ὁλαι αἰ προσπάθειαί του νά πείση τούς Ὁρθοδόξους νά μήν προχωρήσουν εἰς τήν ἔνωσιν γενόμενοι θύματα τών παπικών ήσαν μάταιοι, απεσύρθη άπό τοῦ νἀ συμμετέχη ενεργώς εἰς τάς εργασίας τῆς συνόδου.
Τελικώς τήν 5ην Ιουλίου 1439 υπεγράφη ή ε'νωσις καί ως αναφέρει ὁ Συρόπουλος οἰ περισσότεροι Ὁρθόδοξοι αντιπρόσωποι υπεγραψαν χωρίς τήν θέλησίν των καί φοβούμενοι τόν αυτοκράτορα. Oταν δέ ὁ πάπας ήρώτησεν ἐάν ὐπέγραψεν ὁ Μάρκος καί ἔλαβεν ἀπάντησιν ἀρνητικήν είπε προφητικώς' «Λοιπόν, ἐποιήσαμεν οὐδέν». Ό υπερόπτης καί δεσποτικός πάπας ἐζήτησεν άνερυθριάστως άπό τόν ἄβουλον βυζαντινόν αυτοκράτορα, ὁπως στείλη τόν Μάρκον εἰς αυτόν διά νά τόν δικάση ενώπιον συνοδικού δικαστηρίου, ἀλλ' ευτυχώς ό αυτοκράτωρ ήρνήθη.
Αργότερα δμως παρεκάλεσε τόν Μάρκον, άφοϋ είχε πάρει προφορικός διαβεβαιώσεις διά τήν άσφάλειάν του άπό τόν πάπαν, νά ἐμφανισθῆ ἐνώπιον τοῦ ποντίφηκος καί νά ἐξηγήση τήν στάσιν του. Ό Μάρκος υπακούοντας εἰς τό αὐτοκρατορικόν πρόσταγμα ἐπῆγεν εἰς τόν πάπαν. Μάταια ὁμως προσεπάθησεν ὁ άρχιαιρεσιάρχης τῆς δύσεως νά τόν πείση νά δεχθῆ τήν ἐκτρωματικήν ἔνωσιν. Ὄταν δέ εἴδεν ὁτι ὁ Μάρκος ἔμεινεν αμετακίνητος εἰς τάς απόψεις του, κατέφυγεν εἰς εκβιασμούς καί άπείλησεν ὁτι θά κατεδίκαζε τόν ἄγιόν μας ως αἰρετικόν. Άλλ' ὁ ἄγιος Μάρκος μή πτοηθείς απήντησε μετά παρρησίας λέγων. «Αί σύνοδοι κατεδίκαζον τους μή πειθομένους τη Εκκλησία, άλλ' εις δόξαν τινά εναντίον αυτής ένισταμένους καί ταύ-την κηρύττοντας καί υπέρ αυτής αγωνιζόμενους, διό καί αιρετικούς έκάλουν αυτούς... Έγώ δέ ου κηρύττω ιδίαν μου δόξαν ουδέ τι έκαι-νοτόμησα, ούδέ υπέρ αλλότριου τινός δόγματος καί νόμου ένίστα-μαι, άλλ' εις τήν ακραιφνή δόξαν, τηρώ έμαυτόν».
Μετά τήν προδοτικήν ἕνωσιν Φερράρας - Φλωρεντίας οἱ Βυζαντινοί ἐγκατέλειψαν τήν Ἰταλίαν διά τήν ἐπιστροφήν των εἰς τήν πολιορκουμένην Πόλιν. Ό αυτοκράτωρ παρέλαβε τόν ἄγιον Μάρκον εἰς τό αύτοκρατορικόν πλοῖον. Ύστερα ἀπό ταξείδι τριῶν καί ήμισυ μηνῶν ἔφθασαν τελικώς εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν. Ἐκεῖ οἱ κάτοικοι ἐδέχθησαν μέ αἰσθήματα ἐχθρικά καί άπεδοκίμασαν τούς υπογράφοντας τήν ἕνωσιν, άλλ' ἐπεδοκίμασαν καί ἐτίμησαν τόν άγιόν μας καί ώς αναφέρει ὁ υβριστής του γραικολατῖνος επίσκοπος Μεθώνης Ἰωσήφ «ό Εφέσου ειδε τό πλήθος δοξάζων αυτόν ώς μή ύπογράψαντα καί προσεκύνουν αΰτώ οι όχλοι καθάπερ Μωϋσεΐ καί Ααρών καί εύφήμουν αυτόν καί άγιον άπεκάλουν» (ΡG 159, 992).
Ὁ απλός λαός τοΰ Θεοΰ προσέβλεπεν εἰς τόν άγιον Μάρκον ώς τόν μόνον ἱεράρχην πού είχε τό θάρρος καί τήν ἱκανότητα νά υπεράσπιση τήν Ὁρθόδοξον πίστιν του. Ἐγνώριζεν ήδη ὁτι αρκετοί πού υπέγραψαν τήν ε'νωσιν είχαν δωροδοκηθή άπό τόν πάπαν, ἐνώ τά χέρια τοΰ Μάρκου ήσαν καθαρά.
Ὄταν ὁ αυτοκράτωρ απεφάσισε νά πλήρωση τόν πατριαρχικόν θρόνον, έστειλε αντιπροσώπους του εἰς τόν άγιον Μάρκον παρακαλών αὐτόν νά δεχθῆ τό ὐψηλόν αξίωμα τοΰ Πατριάρχου, άλλ' ὁ άγιος μας ήρνήθη.
Τήν 4ην Μαΐου 1440 ὁ ἄγιος Μάρκος ήναγκάσθη νά δραπέτευση άπό τήν Βασιλεύουσαν, διότι ἐκινδύνευε ή ζωή του, καί νά πάη εἰς τήν μητροπολιτικήν του περιφέρειαν, τήν Ἑφεσον πού ήτο κάτω ἀπό τούς Τούρκους. Ἐκεῖ ἀφοΰ ἐποίμανεν ἐπ' ολίγον τό λογικόν του ποίμνιον ήναγκάσθη πάλιν, τώρα ὐπό τών Τούρκων καί τών ενωτικών, νά εγκατάλειψη τήν Ἑφεσον καί έμπῆκεν εἰς πλοῖον πού ἐπήγαινεν εἰς τό "Αγιον "Ορος, ὁπου απεφάσισε νά διέλθη τόν ὐπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς του. Όταν δμως τό πλοῖον ἔκαμε σταθμόν εἰς τήν Λῆμνον ὁ άγιος άνεγνωρίσθη καί αμέσως συνελήφθη, κατόπιν αυτοκρατορικής εντολής καί ἐφυλακίσθη ἐκεῖ ἐπί διετίαν. Κατά τήν διάρκειαν τής φυλακίσεως του υπέφερε πολύ, άλλά ώς ε'γραψεν εἰς τόν ἱερομόναχον Θεοφάνην τόν ἐν Εύβοια «ό λόγος τον Θεοΰ καί ή τής αληθείας δύναμις ού δέδεται, τρέχει δέ μάλλον καί εύοδοΰται, καί οί πλείονες τών αδελφών τη έμή εξορία θαρρονντες βάλλονσι τοις έλέγχοις τούς αλιτηρίους καί παραβάτας τής ορθής πίστεως...».
Από τήν Λήμνον ὁ άγιος εξαπέλυσε τήν περίφημον ἐγκύκλιον ἐπιστολήν του πρός τούς απανταχού τής γής καί τών νήσων ευρισκομένους. Όρθοδόξους Χριστιανούς. Μέ αυτήν ελέγχει αυστηρώς τούς Όρθοδόξους εκείνους πού άπεδέχθησαν τήν ἕνωσιν καί μέ αδιάσειστα στοιχεία αποδεικνύει ὁτι οἱ λατῖνοι εΐναι καινοτόμοι καί δι' αυτό λέγει:«ώς αιρετικούς αυτούς άπεστράφημεν, καί διά τοῦτο αυτών έχωρίσθημεν». Καλεί δέ ὁ άγιος τούς πιστούς νά αποφεύγουν τούς ενωτικούς, διότι αυτοί είναι «ψευδαπόστολοι καί ἐργάται δόλιοι».
Μετά τήν άποφυλἀκισίν του ὁ άγιος Μάρκος πιεζόμενος ὐπό τῆς ασθενείας του δέν ήδυνήθη νἀ ἀποσυρθῆ εἰς τό "Αγιον Ὄρος, ἀλλ' ἐπέστρεψεν εἰς τήν ἐν Κωνσταντινουπόλει μονήν του...
Μετά τήν άποφυλἀκισίν του ὁ άγιος Μάρκος πιεζόμενος ὐπό τῆς ασθενείας του δέν ήδυνήθη νἀ ἀποσυρθῆ εἰς τό "Αγιον Ὄρος, ἀλλ' ἐπέστρεψεν εἰς τήν ἐν Κωνσταντινουπόλει μονήν του, ὁπου ἐγένετο δεκτός μετά τιμών ώς άγιος καί ὁμολογητής ὐπό τοῦ πιστοῦ λαοῦ. 'Από τό μοναστήριον τοῦ 'Αγίου Γεωργίου τῶν Μαγγάνων ὁ νέος ὁμολογητής διηύθυνε τόν άγῶνα κατά τῶν ενωτικών, γράφων ἐπιστολάς εἰς μοναχούς καί κληρικούς ἐνθαρρύνων αυτούς νά κρατούν τήν ὁρθήν πίστιν καί νά μή συνεργάζωνται μετά τών ενωτικών.
Οἱ διωγμοί, αἱ ἐξουδενώσεις καί αἱ πιέσεις ἐπεδείνωσαν τήν κατάστασιν τῆς υγείας τοῦ ὁσίου πατρός, καί ούτω τήν23ην Ιουνίου τω 1444, άφοῦ είχε καλέσει πλησίον του τά πνευματικά του τέκνα καί άνέθεσεν εἰς τόν Γεώργιον Σχολάριον τήν άρχηγίαν τοῦ άνθενωτικοῦ αγώνος, άπεδήμησεν εἰς Κύριον. Ητο δέ τότε 52 ἐτών.
Ό πιστός λαός τοῦ Κυρίου ἀπορφανισθείς, ἐθρήνησε πολύ διά τήν άπώλειαν τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα. Ὁ δέ Γεώργιος Σχολάριος, ἐξεφώνησεν ἐπικήδειον λόγον εἰς τόν ὁποῖον ανέφερε μεταξύ άλλων ὁτι ὁ ὁσιος «έν ίερεῦσι διέπρεψεν, εν άρχιερεῦσιν διέλαμψεν, ήθλησεν υπέρ τής Εκκλησίας πάνυ καλώζ αδάμαντος στερεότερος ώφθη πρός τήνμετάθεσιν... νῦν γυμνή τη ψυχη τής μακαριότητος εμφορείται ή ν έπέγνω καλώς καί λαβείν εντεύθεν έσπούδασε τήν έν Χριστώ κεκρυμμένην ζήσας ζωήν καί σύνεση τοις ιεροΐς διδασκάλοις τής πίστεως, πάντων εϊνεκα δίκαιος ων έκείνοις συντάττεσθαι». Πνευματικός καρπός τοῦ αγίου είναι οἱ δύο άγιοι μαθηταί του Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως Γεννάδιος και Διονύσιος.
Αμέσως μετά τήν ὁσίαν κοίμησίν του ὁ Μάρκος ἐτιμήθη ώς άγιος και ὁμολογητής. Αὐτό μαρτυρεί μέ πόνον καί ό σύγχρονος καί άσπονδος ἐχθρός του Ἰωσήφ, ουνίτης επίσκοπος Μεθώνης, λέγων «ώσπερ πολλούς μέν καί άλλους, καί τόν καλούμενον Παλαμάν, καί τόν Εφέσου Μάρκον' ανθρώπους οῦτ' άλλως φρενήρεις, άλλά καί δοξοσοφίας ἐμπεπλησμένους' μηδεμίαν άρετήν ῆ άγιωσύνην ἐν ἐαυτοῖς ἔχοντας, μόνον διά τό λέγειν καί συγγράφειν κατά Λατίνων, δοξάζετε καί ὐμνεῖτε, και εἰκόνας ἐγκοσμεῖτε αὐτοῖς καί πανη γυρίζοντες, στέργετε αυτούς ώς αγίους καί προσκυνείτε» (ΡG 159, 1357).
Τήν πρώτην άκολουθίαν πρός τιμήν τοῦ αγίου συνέθεσεν ὁ αδελφός αὐτοῦ Ιωάννης ὁ φιλόσοφος. Κατ' αρχάς ή μνήμη του έορτάζετο τήν 23ην Ιουνίου, άλλά βραδύτερον ώρίσθη ή 19η Ιανουαρίου ήμερα προφανώς τῆς άνακομιδῆς τοῦ λειψάνου τοῦ αγίου καί ταφῆς αὐτοῦ εἰς τήν μονήν τοῦ Λαζάρου εἰς τόν Γαλατάν.
Οἱ ἀγῶνες τοῦ Μάρκου ὁσον καί τοῦ μαθητοῦ αὐτοῦ Γενναδίου άνεγνωρίσθησαν καί ἐδικαιώθησαν ἀπό τήν μεγάλην σύνοδον τῆς Κωνσταντινουπόλεως πού ἐτελείωσε τό 1484 καί κατέγραψε τά ονόματα αύτῶν, ώς πατέρων αγίων, εἰς τό Συνοδικόν τῆς Ὁρθοδοξίας.ΑΠΟΛΥΤΙΚΙΟΝ
Θείας πίστεως, ομολογία, μέγον εύρατο, η Εκκλησία, ζηλωτήν σε θειε Μάρκε πανεύφημε, υπερμαχούντα πατρώου φρονήματος, και καθαιρούντα του σκότους υψώματα. Όθεν άφεσιν, Χριστόν τον θεόν ικέτευε, δωρήσασθαι ημίν τοις σε γεραίρουσι.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου